|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σατινέτα? — — αμαξόπορτα — βδέλυγμα — ελκύω — έως — θολότητα — ανήλιαγος — υπερφιάλως — σκληρόμετρο — ημιαγωγοί — καρδιοχτυπάω — γλυκομιλιά — διώρυγα — ασυμπάθιστος — μαγγανευτικός — κοσμοείδωλο — λεηλατημένος — κερδοσκοπικός — βλαπτικά — συνεννοούμαι — οινοπαραγωγή — τραυματίζομαι |
|||