|
η грубошёрстное одеяло #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово грубошёрстное одеяло? — ανδρομίδα как с (ново)греческого переводится слово ανδρομίδα? — грубошёрстное одеяло — λοφιοφόρος — αμόλευτα — σμαραγδοειδής — αλανιάρικα — αυτοεξορίζομαι — κουλουρτζής — δαφνόδενδρο — μέτρημα — ναρκομανής — κλομπ — καλό — λιμουζίνα — δωρητήριο — αγυρτεία — αρτοδοτώ — άσκηση — στεφανοπώλης — ξέστρωμα — μπαλτζής — εξαστράπτω — μαρμάγκα |
|||