|
ο минога #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово минога? — γαλέος как с (ново)греческого переводится слово γαλέος? — минога — αυτοδικαίως — ιστογένεση — ανισόπλευρος — περιορισμός — γάβανο — αξία — λιρέττα — ανισοϋψής — καταβοσανίζω — σταφιδικός — κακουργιοδίκης — νυφοθυγατέρα — ξυλαράς — σκαπτός — τσακαλόλυκος — ανθομυρίζω — διπλωματία — νεκρώνω — ιαγουάρος — επανωσάγονο — μάνταλος |
|||