|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τοιχάκι? — — κληρικός — μαργωσιάρης — αλεκτρυονικός — όροβος — πλεονάζων — ανιαρότητα — φρύττω — έκφυσις — δισκέτα — αριθμολόγηση — μονόδραμα — αδιάβαστος — τεχνική — ασυγνέφιαστος — μπλούζ — αναρρηγνύομαι — ανθεστήρια — ακεραιότητα — επιγαμία — τσιγγούνικα — ανευθυνία |
|||