|
бот. копьевидный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово копьевидный? — λογχόφυλλος как с (ново)греческого переводится слово λογχόφυλλος? — копьевидный — φημολογούμαι — ταινιωτός — υποδύτης — ακορόϊδευτος — αποατομικοποιημένος — μαρούλι — σφαιριστήριο — μεταξουργείο — παραστεκάμενος — μάντευμα — κωλοφωτιά — μπονόρα — ανημμένος — μάλωμα — μπαλτατζής — ζαμάνι — επαναταξινόμηση — μεταλλόκραμα — Βενετσιάνος — υποταγή — υπερβάλλω |
|||