|
рыжеватый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рыжеватый? — ερυθρωπός как с (ново)греческого переводится слово ερυθρωπός? — рыжеватый — εύθραυστος — φλέγομαι — σκάψιμο — εξαίρετα — ισχυροποιώ — κιόσκι — αγκαλά — κυριαρχία — αγγαρικό — λαλητός — υπερκάθαρση — τουρκιστί — εθνοπρόβλητος — αρνησιθρησκεία — οργάνωση — πρωτάρικος — γεντέκι — γραμματεύω — ακροβολιστά — συγχροφασοτρόνιο — ευκολοκυρίευτος |
|||