|
το сальная свеча #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сальная свеча? — αλειμματοκήριον как с (ново)греческого переводится слово αλειμματοκήριον? — сальная свеча — λιγοθυμώ — βιβλιοπωλικός — παλαιοελλαδίτισσα — αιματοθεραπεία — οψάριον — φίλα — δωδεκάκις — γαλανόλευκη — φλόγιστρο — ασυμπέραστος — αλυσίδα — άφεριμ — γαϊδουράνθρωπος — συνερίζομαι — συμπονάω — ογδοντάρα — υποδηματοποιείο — ευαισθησία — αδέλφωμα — λεηλατώ — μνησικακία |
|||