|
четырёхчасовой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово четырёхчасовой? — τετράωρος как с (ново)греческого переводится слово τετράωρος? — четырёхчасовой — πυργίτης — σύρω — κογκάρδα — αναστηλωτικός — πολιορκητικός — γραπωσιά — προαγωγή — φυτάδι — ακροθαλασσιάς — ψαροφαγία — δεκάζω — γκιουβετσάδο — γυψουργός — απογυρίζω — τρεμοφέγγισμα — κεραμιδί — ετότες — αλληλενέργεια — εκτημόριον — ανακαρού — τοκόσημο |
|||