|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово έμπειρα? — — ανοικοδομητικός — σκεπτικιστής — ομότυπος — φτηνοδουλειά — λιπογονία — θροώ — αδιεκδίκητος — επιφυλλιδογράφος — ακαθόριστος — τετραπλάσιος — υδρεύομαι — οφθαλμός — τίνος — μη — καταδρομικό — πάμπλουτος — διαχέομαι — βρολβλός — ευεπιφόρως — κοτσάκικος — απόψυξη |
|||