|
η египтянка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово египтянка? — Αιγύπτια как с (ново)греческого переводится слово Αιγύπτια? — египтянка — κατηφόρα — κούκλος — αλογόμυγα — μεταλλοξίδιο — εκτεθειμένος — ορφανεμένος — λοταρία — ποιητική — αγουροσύνη — σκορδαλός — κιβώριο — ευκολοβάσταχτος — αίρεση — σαπουνόχωμα — βαγιουλεύω — πυρρόχρους — χωρομετρικός — πούτσος — ευαρέσκεια — μπριζολίτσα — ξανάστροφος |
|||