Новогреческий словарь
αποστρατιωτικοποιημένος
αποστρατιωτικοποιημέν|ος
демилитаризованный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
демилитаризованный
? —
αποστρατιωτικοποιημένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποστρατιωτικοποιημένος
? — демилитаризованный
#
(ново)греческий словарь
—
χολεριασμένος
—
πύρ
—
θερμοδυναμικός
—
βάρδια
—
απολειτουργώ
—
ζυμωτής
—
αχυραμιά
—
Τροχαία
—
μυταράδικο
—
γάζα
—
μολυβένιος
—
τσάρλεστον
—
πρόγευμα
—
προλαλήσας
—
αριότριχος
—
μάτιση
—
στοφιδιάζω
—
αιδεσιμώτατος
—
αγιοταφίτισσα
—
περιηγητής
—
συνταξιούχος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве