Новогреческий словарь
λαϊκιστής
λαϊκιστής
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
λαϊκιστής
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πολύγαμος
—
κήπευση
—
κατβαρχίδης
—
σωσμός
—
μηλοπέπονο
—
γεννητός
—
λέβ
—
υπερχρονισμός
—
σόττος
—
ρέγχω
—
πτηνοτροφείο
—
πολιτευτής
—
δουλοκτήτης
—
υστεροφημία
—
αυξημένος
—
διαστρικός
—
ατομικιστικός
—
λυράρης
—
ρουλεταρτζής
—
σιρόπι
—
κοινωνιολογία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве