|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χαλκοπώλης? — — βεργί — τετράωρος — ανερέθιστος — εφημεριδοπώλης — παραφορτωμένος — άρκλα — ζίβεθον — ακτινοσκόπος — αλανάκι — εξόδευση — τίναγμα — φαιο- — συλλέγω — ανομία — γαλαδερφή — συνηθίζω — κατραμώνω — εξαποδώς — εξορμίζω — καρφωτής — τσιμπούρι |
|||