δρομοκόπ|ος

формы словаβ
δρομοκόπ|ος
ο пешеход



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово пешеход? — δρομοκόπος
как с (ново)греческого переводится слово δρομοκόπος? — пешеход


ενθουσιαστήςανταποκρίτριαφουσκιάζωσυνεισφερόμενοςσομβλητόςκουμάρισερβίτσιοαναφλεκτήραςεμβληματικόςμισοάδειοςεκειδανόβοτυλίασμόςανθρακαέρτονγραμματοσημομανήςεκθαμβωτικόςκρουσταλλόπαγοςσκουπίδιμηχανοδηγόςακροπρεπίδιονεθνόσημοστενόστομος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit