Новогреческий словарь
δέκτης
δέκτης
ο
приёмник
(аппарат);
~ αποστάσεων — дальномер
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
приёмник
? —
δέκτης
как с
(ново)греческого
переводится слово
δέκτης
? — приёмник
#
(ново)греческий словарь
—
δια-
—
τυλιχταρούδι
—
απομιμητικός
—
ήρξα
—
παράφερνα
—
δημοσιότητα
—
μετριόφρων
—
καθαιμάσσω
—
μετασχηματισμένος
—
φρεσκομπογιατισμένος
—
φαινομενολογία
—
παιωνία
—
κατηγορητήριο
—
δοκουμέντο
—
δευτερώτερος
—
τρατάρω
—
αμαθής
—
σόλφεζ
—
ελεφαντουργός
—
διμηνίτης
—
χοντρογυναίκα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве