Новогреческий словарь
αναστυλώνω
αναστυλώνω
подпирать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
подпирать
? —
αναστυλώνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναστυλώνω
? — подпирать
#
(ново)греческий словарь
—
προφυλακτήρας
—
αερογέφυρα
—
δρομομετρία
—
επάχθεια
—
επίπασμα
—
αποκρυφισμός
—
τρωτό
—
λαμπαδηφορία
—
ζυγισμένος
—
πηγαινέλα
—
ρωμαίϊκος
—
αντίφαση
—
γκαγκαβιά
—
επίσης
—
ατάραγος
—
ηλεκτροχημεία
—
παραξόνιον
—
περίσφιγξη
—
μετεωρολογία
—
κακοθελήτρια
—
σκαπουλάρω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,