Новогреческий словарь
εσπέριος
εσπέρι|ος
1)
вечерний
;
2)
западный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
вечерний
? —
εσπέριος
как на
(ново)греческом
будет слово
западный
? —
εσπέριος
как с
(ново)греческого
переводится слово
εσπέριος
? — вечерний, западный
#
(ново)греческий словарь
—
αναδρομάρης
—
ορνιθοκόμος
—
πιάνομαι
—
δραχμοφονιάς
—
σαψαλιάζω
—
κώχιασμα
—
αναγκάζω
—
ενδεκαπλούς
—
ζωολόγος
—
κλαδεύτρια
—
διχοτομικός
—
ξέθαρρος
—
σκευάζω
—
χαλκουργείο
—
δημοσιοποιώ
—
εισφορά
—
διαγινώσκω
—
τεσσαροκάντουνος
—
ραψωδός
—
αζύγιαστος
—
διαμαγνητικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,