|
неизвещённый, неуведомленный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неизвещённый? — ανειδοποίητος как на (ново)греческом будет слово неуведомленный? — ανειδοποίητος как с (ново)греческого переводится слово ανειδοποίητος? — неизвещённый, неуведомленный — συναπάρτισμα — απλευστος — διατρητικός — ζώ — θησαυρίζω — ψαροδόλι — λιθοκοπία — χρυσικός — βάλσιμο — ζαβάδα — εκμαυλιστής — φοδραρίζω — επανεκδίδω — αναστησιά — Κροατία — αυτοβοήθεια — μυρρόλη — δεινοθήριο — παιδαρέλλι — αναπηρία — εκροή |
|||