|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κατάκλιτο? — — εμμέτρωψ — ισόχωρος — ξορκισμός — κιρρός — εθνικότητα — όρνεο — αδυνάμωτος — κακοδιοικώ — δικτυόδρομος — αποκρεμούμαι — χρωμόσφαιρα — στάλαγμα — γερουσιαστής — αγαπίζω — βρωμόγερος — εποικοδομή — εριοφόρος — επίκαιρος — βαλμάς — ελόγου μου — απάλιωτος |
|||