|
η хим. стереоизомерия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово стереоизомерия? — στερεοϊσομέρεια как с (ново)греческого переводится слово στερεοϊσομέρεια? — стереоизомерия — χαμαλοδουλειά — κλώστης — κλώσσισμα — βουτιέμαι — απρόσθετος — νησίδιο — κριματίζομαι — στρουθίον — παλαιοανθρωπολογία — διαφέντεμα — ακαταγώνιστος — σωληνοποιείο — λαλουμένη — Γιεκατερίνμπουργκ — απόκρυφο — λιθογράφος — νοημοσύνη — κουφαίνω — δρομάκος — απολεσθέντα — αδενώδης |
|||