|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ιδρυματοποιώ? — — εκφασισμός — χλωροφόρμιο — ουκ — τυπογραφείο — ξερή — αδιαλυτότητα — λαδώνομαι — μεσοπέλαγα — ασβεστόγουρνα — τσίρλισμα — ασυμφιλίωτος — εκγυμνάζω — δικαστικά — μαγαρίκα — φοβέρισμα — ανερμάτιστος — ηλεκτροφώτισις — ορυζάλευρο — πόρος — βδελυγμός — σαχάνι |
|||