|
το анат. пузырёк #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пузырёк? — κυστίδιο как с (ново)греческого переводится слово κυστίδιο? — пузырёк — ανδρίκος — αράβιος — αποφασίζω — κάρινος — δενδροκομείο — κουδούνα — ποιητικότητα — πολύωρος — προχώρηση — γουρουνίσιος — πρόταξη — λογοπαίκτης — σούτ — διαφθορέας — ξέστρα — θεραπευτική — κατάφορτος — ρητινόλασπη — δρέπω — χιονοδρονία — ανταποκριτής |
|||