Новогреческий словарь
κεραυνός
κεραυνός
ο
молния с громом
;
πέφτουν ~οί — [phrase]сверкают молнии[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
молния с громом
? —
κεραυνός
как с
(ново)греческого
переводится слово
κεραυνός
? — молния с громом
#
(ново)греческий словарь
—
αυτονομία
—
μιγνύω
—
στειροχωρίζω
—
διέρεισμα
—
γεροντοκορισμός
—
ευμέλεια
—
αντωνυμία
—
βραχονησίδα
—
ακαλαισθησία
—
μπαϊρακτάρης
—
συμφερτικός
—
αντιγραφέας
—
ταπεινωτικά
—
αντίβαρο
—
βαγαπόντικο
—
φωτογόνος
—
δικατάληκτος
—
αντιμεταθέτω
—
ταπεινός
—
ηλεκτροκαρδιογράφημα
—
γυψώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве