|
(-οδός) ο раскладной стул #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово раскладной стул? — σκίμπους как с (ново)греческого переводится слово σκίμπους? — раскладной стул — υπηρετικός — διχογνωμία — υπέσχον — ακουαρέλα — μπόσικος — ανασκαφή — ιταλικός — αγορητής — ιδανικός — νυχτιά — ανυψώνω — αμοιρολόγητος — εξωραϊσμός — επιστημονικός — ανοσολογία — ουτοπισμός — καταληστεύω — μπροσούρα — συμψηφισμός — φράγκικος — ετερογονία |
|||