|
ο юморист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово юморист? — χιουμορίστας как с (ново)греческого переводится слово χιουμορίστας? — юморист — πελαγινός — υποτελωνείο — εγκεφαλισμός — κατασβεστήρας — καραδοκώ — ευμετάπειστος — επαινετός — ορνιθοτροφία — γαλατσίδα — λιόλαδο — αμνός — στεατίνη — προσχηματικός — γουρουνομούρης — αντλώ — δυσκαταμάχητος — όλεθρος — βρουχιέμαι — πισσόστρωση — φερετροποιός — καθέλκω |
|||