Новогреческий словарь
υποκατάστημα
υποκατάστημα
το
филиал, отделение
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
филиал
? —
υποκατάστημα
как на
(ново)греческом
будет слово
отделение
? —
υποκατάστημα
как с
(ново)греческого
переводится слово
υποκατάστημα
? — филиал, отделение
#
(ново)греческий словарь
—
ιατροσομβούλιο
—
ανορεξιά
—
ανασκέλιασμα
—
ραΐζω
—
άρρατ' αθέματα
—
αναθιβάνω
—
αυτοσερρίρομαι
—
χειλαρού
—
ενάνθρακος
—
καλοαναθρεμμένος
—
αλυσοδένω
—
φεγγαρομαγουλάτος
—
ενεργώ
—
εγκαθίσταμαι
—
καυτηριασμός
—
σχάζω
—
αργώ
—
λιμάρισμα
—
ροπαλοφόρος
—
διώκτρια
—
χαράμι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве