εκδοχεύς

формы словаβ
εκδοχεύς
(-έως) ο юр. доверенное лицо;
          ~ τών δικαιωμάτων — правопреемник



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово доверенное лицо? — εκδοχεύς
как с (ново)греческого переводится слово εκδοχεύς? — доверенное лицо


εποστρακίζομαιλαμπροστόλιστοςχαλκευτήριονδικηγορόσημοαχυραμιάξεμιστεύγωπιανίσιμοχαλκόδετοςΠαλλάδααξεδιάντροποςπαραγκωνισμόςαπογράφωπολυέλαιοςβραχότοποςσυμπληρωματικόςάπνοιανταντάκαλοχέρηςχιονοπέδιλοβράβευμαοδοντογλύφανο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit