|
1) отборный; 2) избранный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отборный? — διαλεκτός как на (ново)греческом будет слово избранный? — διαλεκτός как с (ново)греческого переводится слово διαλεκτός? — отборный, избранный — ευδαίμονας — σπαταλώ — ταχυμετρικός — διπλέλικος — πείνα — αναρχούμενος — ζερνίκι — εκατοντάβαθμος — ετερογαμία — μακροσόλλαβος — λέπαδνον — απολίτιστα — φθίνω — αποτείνομαι — σάλεμα — εύσημο — τραγοπώγωνας — λασπομάχος — χαρχάλα — περδικήσιος — χτίκιασμα |
|||