συγκοινωνιολογία

формы словаβ
συγκοινωνιολογία



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово συγκοινωνιολογία? —


παρεμπόδισηνόθονσυνεκδοχικόςγενικάγεροντικόςημιονοστάσιονσυμπιεστόςτρίκωχοςατομικίστριαμπούχτισματροποποιώσκηνοθετικόςμαζέτταέδωκασιφωνίζωδραματουργόςγαλατσίδασωστόισόνομοςκεφαλαιώδηςαντιμολυσματικός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit