|
анекдотичный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово анекдотичный? — ανεκδοτικός как с (ново)греческого переводится слово ανεκδοτικός? — анекдотичный — σαπρότης — απόκρυφο — ανύχι — αχρωμάτιστος — ωρύομαι — ύστερα — αναλήθεια — περδικλωμός — σινολογία — αυτολυσία — κουμπάνια — παραστρατημένη — απαρνούμαι — ποινικολόγος — μεθυλένιο — ετερόπους — απογραφέας — χαρτογραφικός — εμφιάλωσις — ρωμαντζ — ενδέτης |
|||