|
не членимый на слоги (о чтении) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово не членимый на слоги? — ασυλλάβιστος как с (ново)греческого переводится слово ασυλλάβιστος? — не членимый на слоги — νεογέννητο — ορθοδοντικός — εξουδετερωτικός — σκίαστρο — χεράτο — αναπαραγωγή — βελτιώνομαι — αξεπούλητος — λιόκαυτος — στοματάς — μεταξοκλωστικός — γαστρίμαργος — γκερντανλού — φουβού — υπόχρυσος — στοχοποιούμαι — λεκιασμένος — αποτσακίζω — ερρηξα — ασταχυολόγητος — σπληνικός |
|||