|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λουόμενος? — — χαζομαμά — φωτοζιγκογρσφία — μαρξιστικο-λενινιστικός — ξεφορμάρω — οίος — τσελιγκάτο — τοιχογράφος — φεουδαλισμός — ερεύγομαι — δεντροφυτεύω — παλμικώς — προσεχτικός — επιμίσθιο — ναρκωτικό — τετρασθενής — δραματάκι — αιματέμετος — ξεπλάτισμα — βιβλιοπώλης — ψωριάρικος — γοργογύριστος |
|||