|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κατάπλωρα? — — οφειλή — σμυριδοπανο — αποδόμηση — αβάσταχτος — γόβάκι — σχίσιμο — ξεβγαίνω — λευκαντής — βακτηριοκτόνος — εισβάλλω — βιβλιογραφικός — ανάθλιψη — ψαραγκάθι — αποτίλλω — γαστήρ — αλπακάς — τυφλοπάννι — προικίζω — αλληλοδράνεια — τσοχένιος — ξετρύπωμα |
|||