|
гипсометрический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гипсометрический? — υψομετρικός как с (ново)греческого переводится слово υψομετρικός? — гипсометрический — μπουρεκάκι — εκλακτίζω — γραμμοσύρτης — κοινωνός — μουγκανητό — ροόμετρο — κροκοδείλιος — σιδεροδεσία — ψευδοκλασσικισμός — κουφοξυλιά — ζευγαράκι — κατακλιστής — ταμπλό — σιμιτεργάτρια — ψυχοσάββατο — πρωϊνό — μεσάνυχτα — αφοδευτήριο — επαρχιώτης — πράσο — λάντζα |
|||