|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово προσχωματικός? — — θερμομέτρηση — ανελεήτως — κατά μόνας — γίγλυμος — απόμακρος — λέξη — γουρουνότριχα — χαντάκι — αμπελουρίδα — ψυχοφυσιολογικός — χάχανο — υιός — ψυχολάτρης — σκληραργίλιο — καταγράφω — λαθροχειρώ — ενσπείρω — σκοτούρα — κατώτατα — βαυκαλίζω — νεκρολούλουδο |
|||