Новогреческий словарь
ελαφρόκαρδος
ελαφρόκαρδ|ος
беспечный, беззаботный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
беспечный
? —
ελαφρόκαρδος
как на
(ново)греческом
будет слово
беззаботный
? —
ελαφρόκαρδος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ελαφρόκαρδος
? — беспечный, беззаботный
#
(ново)греческий словарь
—
κουκουνάρα
—
στοπάρω
—
ζεύω
—
βόας
—
ριμαδόρα
—
αβελτίωτος
—
απόπτυση
—
λημεριάζω
—
κουλουρίτσα
—
δοξαρίζω
—
θρησκειολογία
—
ψυχισμός
—
κωλομέρι
—
μαΐστρος
—
ασύντριφτος
—
Νοέμβριος
—
μετρητός
—
ερμαφροδιτισμός
—
σκολίωση
—
υπερκαπιταλισμός
—
μυθιστοριογράφος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω