Новогреческий словарь
δισαύξητος
δισαύξητ|ος
(ο глаголах)
с двойным приращением
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
с двойным приращением
? —
δισαύξητος
как с
(ново)греческого
переводится слово
δισαύξητος
? — с двойным приращением
#
(ново)греческий словарь
—
υστεροχρονολογία
—
πεντάρφανος
—
ευωχία
—
αχερο
—
ξελασπώνω
—
αβάσκαντος
—
αγγρίφι
—
πυραυλοκίνητος
—
προγαμιαίος
—
ογκολογικός
—
εγκατεσπαρμένος
—
απευθύνω
—
καταχτητικός
—
κόλλαβος
—
νείρομαι
—
φανός
—
ρεύομαι
—
κλωστοϋφαντουργός
—
κρεμέζο
—
φυσιογνωμία
—
βρωμολίμνη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω