Новогреческий словарь
ρευμοταλγία
ρευμοταλγία
η мед.
ревматические боли
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ревматические боли
? —
ρευμοταλγία
как с
(ново)греческого
переводится слово
ρευμοταλγία
? — ревматические боли
#
(ново)греческий словарь
—
πολυμέριμνος
—
αιχμάλωτος
—
εξηκοντούτης
—
μετριότητα
—
μοοσοολμάνος
—
κεραία
—
βαφείο
—
ισώνω
—
βολεματίας
—
φέρσιμο
—
εκλεκτικός
—
της
—
διαφαίνομαι
—
βουτηχτής
—
μπαλαμούτι
—
νομισμοτοστάθμη
—
βιος
—
θεολογικός
—
μπιζελόσουπα
—
καμινάδα
—
προλογικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве