Новогреческий словарь
μπαλέττο
μπαλέττο
το
балет
;
τά ~α — балетная труппа
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
балет
? —
μπαλέττο
как с
(ново)греческого
переводится слово
μπαλέττο
? — балет
#
(ново)греческий словарь
—
νοικοκυρεύομαι
—
διασκορπιστής
—
οστέινος
—
βαθμονόμησις
—
ξενία
—
εξυγιάζομαι
—
αδιοίκητος
—
ψυχολογοκρατία
—
ομόλογο
—
μορφογονία
—
δεκατριπλάσιος
—
μικροσκοπία
—
αλαδιά
—
απόκρια
—
δακτυλίδωση
—
γύψωμα
—
ταβλιστής
—
επιδιαιτητής
—
νοσηλευτική
—
θάλπω
—
πλειοψηφία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве