|
(αόρ. ανταπέδωκα и ανταπέδωσα) возвращать, отдавать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово возвращать? — ανταποδίνω как на (ново)греческом будет слово отдавать? — ανταποδίνω как с (ново)греческого переводится слово ανταποδίνω? — возвращать, отдавать — αεριοποίηση — διαφεντευτής — μίκραιμα — ισοσκελίζω — ντίβα — αυτομολώ — κάτι — αναδοχή — αρμόνικα — αργαστηριάρης — αντικαταθλιπτικό — κρυφοκοιτάζομαι — πλανίδι — εικοσαπλούς — οπλομάχος — καταξεριάς — πρωκτίτιδα — κίνημα — ίσον — αντηχητής — λεμφοκυτογόνος |
|||