στοχαστικά

формы словаβ
στοχαστικά
вдумчиво, глубокомысленно



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово вдумчиво? — στοχαστικά
как на (ново)греческом будет слово глубокомысленно? — στοχαστικά
как с (ново)греческого переводится слово στοχαστικά? — вдумчиво, глубокомысленно


τρίααρχιμαγείρισσαδρομερόςσύζηλοχοντροκόκκαλοςέγκαταεξαδάκτυλοςαξεδιάντροποςσοσιαλδημοκράτηςπαρευρίσκομαιγιγαντώνωπλακομούνιβενθογενήςμεταλλαγωγόςσιδηρουργικόςτρομοκράτηςάλυσοςρύποςκαθεστωτικόςξυλοκοπτικήμολυβδογραφίς




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit