|
тот(__,__) кого трудно обмануть #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тот, кого трудно обмануть? — δυσαπάτητος как с (ново)греческого переводится слово δυσαπάτητος? — тот, кого трудно обмануть — επωφελούμαι — ζυθοποιείο — αμαυρώνω — ρυμουλκώ — καροτο — ακατάθετος — σαπρότητα — βασκικός — φαντασιοκόπος — αγκίστρι — οχυρός — κτηνώδης — ερείπωση — αραβόφωνος — σοβατεπί — μουθουνητό — ξεραίνω — σταμνάδικο — λαμπάς — αυτεπιστασία — κυκλοφορώ |
|||