|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ένθερμα? — — ματοκυλάω — αυθάδης — αλλαντικός — οδοντόπαστα — στρυμώχνω — επιδέχομαι — μυκητώδης — ηλεκτραγωγός — χειρουργείο — εβραιολογία — πανελλήνιες — παραχαϊδεμένος — σπορευτός — μεταβίβαση — αιμοδιψής — εξωδερμίδα — συκάς — άπηχτος — αλλογενής — επταπλάσιος — ερημίτης |
|||