Новогреческий словарь
πλαστογράφος
πλαστογράφ|ος
ο, η
фальсификатор
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
фальсификатор
? —
πλαστογράφος
как с
(ново)греческого
переводится слово
πλαστογράφος
? — фальсификатор
#
(ново)греческий словарь
—
φαΐ
—
προσευκτήριον
—
καταπαυστικός
—
δεσμώτης
—
επιτροπία
—
καμαριέρης
—
διάγλυπτος
—
τζάμπα
—
αναμαλλιάρης
—
τσίτωμα
—
ξεγοφιασμένος
—
ψιδιάζω
—
ασυγκράτητος
—
θησαορός
—
διεκπεραιώνω
—
βιράρισμα
—
αφίμωτος
—
τετράχορος
—
εξωτικός
—
παραλέγω
—
ρεμπέτικος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,