|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κουβαράκι? — — εικαστικός — ακριβής — βαριά-βαριά — αποστέλνω — εύθυμος — λογχίζω — λώβα — μεταμορφωτής — εκλαμψία — οπερέττα — δόκιμα — βίκα — μεταμέλομαι — χοντρέλα — ανάγλυφος — καταποδιαστός — βόας — δείλινίζω — ατμός — σουρντίνα — βουτυρένιος |
|||