|
мед. внематочный; ~ κύησις — внематочная беременность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово внематочный? — εξωμήτριος как с (ново)греческого переводится слово εξωμήτριος? — внематочный — ρέψιμο — αμφικτιονικός — φιλοζωία — βοτάνη — ξεφράζω — θεμιτός — μπλοκέρνω — αγροφύλαξ — ωογόνος — καταχαίρομαι — αφιερωτικός — εκτόρεοση — σπαλέττο — βελούγα — τρωγλοδυτισμός — σκαστός — ριζοσπαστικοποίηση — βροχήσιος — σπεράντσα — μιλιταριστικός — συμπεριληπτικός |
|||