Новогреческий словарь
σύμβαμα
σύμβαμα
το
случайность
(тж. филос);
κατά ~ — случайно
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
случайность
? —
σύμβαμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
σύμβαμα
? — случайность
#
(ново)греческий словарь
—
χιλιοπλάσιος
—
παραστατικά
—
λογχωτός
—
βαμβακοπαρογωγικός
—
καρπολόγος
—
χειμωνιάτικος
—
συνέβγαλμα
—
λήγουσα
—
χασάς
—
στόλιση
—
τουμπακοτσάμπουνα
—
ευπρόσωπος
—
γιουρντάνι
—
διερωτώ
—
ρωγαλίδα
—
βέστα
—
συρματόβουρτσα
—
καπιτάλι
—
ξενορράφτω
—
κασμίρι
—
διακυβέρνηση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве