|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σμηνοσεισμοί? — — υπνογένεια — διαμαρτία — οινοπνευματόμετρο — μεμιάς — χορδίζω — μορφωτικός — λώβα — ιζηματογένεση — θιά — αμπάριασμα — κράση — υγροτροπισμός — μειόκαινος — αγήτευτος — μεϊντάνι — σπόρ — αρχέγονος — ανδρίκος — αλτρουιστικός — αρτοπρατήριον — επιχρυσωμένος |
|||