|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μελισσολόι? — — διθυραμβικός — βιβλιοπώλισσα — απόγειο — διεκχύνω — κοττόπιττα — συνδημότης — φάσα — απέχω — χλωμiάζω — εξαγνιστήριος — σκληρόφυλλος — θρησκευόμενος — συνεκδοχή — διαρρηγνύομαι — πελλάγρα — εξυγιαντικός — πολυπροσώπως — κεντίστρα — αντιπρύτανις — ρεματιά — χιονομάζα |
|||