ετυμολόγος

формы словаβ
ετυμολόγος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ετυμολόγος? —


ξοδεύτραδασάκιμήλιοςμονιμοποίησηξεθάπτωβίδρααπογλείφωεθνικιστικόςκλώστραπολύηχοςκρινολίνοβριζαμιάαπάτωρεκλέπισηαυτογένεσιςκοθορισμένοςρακοκάζανοαγράμπεληδυτικόςκεράτσαβρεφοδόχος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit